Πειθώ

Σάββατο πρωί κι επιτέλους δεν είχα απολύτως τίποτε να κάνω (τουλάχιστον μέχρι τις 4:00 το απόγευμα που είχα ένα ιδιαίτερο και θα έπρεπε να φύγω), ησυχία στο σπίτι, τέλεια ευκαιρία για να αφιερώσω λίγο παραπάνω χρόνο στο διάβασμα. Άλλωστε είχε μπει η άνοιξη και μαζί της είχε φέρει μια έντονη πείνα για βιβλιοφαγία, δεν ήξερα τι να πρωτοπιάσω στα χέρια μου. Η ώρα ήταν 11:30 όταν έπιασα το βιβλίο που μου δάνεισε η Ιφιγένεια. Δεν το ξεκινούσα εκείνη την ώρα, το είχα αρχίσει στα κενά του σχολείου μου, που δεν ήταν και λίγα, και βρισκόμουν αισίως στη σελίδα 150 περίπου. Υπολόγιζα να το τελειώσω μέσα στο Σαββατοκύριακο για να διαβάσω ένα ακόμα δανεικό που είχα μέχρι να φύγει ο μήνας (βλέπετε στη Λέσχη Ανάγνωσης της πόλης μου είχαμε σαν θέμα του Απριλίου να διαβάσουμε δανεικά βιβλία).
Βέβαια, κι αν δεν έβγαινε το βιβλίο μέσα στο Σαββατοκύριακο δε θα ζοριζόμουν, έχω πάρει εδώ και κάποιο διάστημα την απόφαση να μη βασανίζομαι με το αγαπημένο μου χόμπι και να το αφήνω να με πάει όπου θέλει αυτό. Κάπου στη σελίδα 200 είπα να πάω ως την 250 για να μείνουν μόνο άλλες 50 σελίδες για να το τελειώσω. Μα η αλήθεια ήταν πως το βιβλίο κυλούσε τόσο ευχάριστα και εύκολα, που δε με κούραζε καθόλου. Μήπως να το τελείωνα εκείνο το πρωί; Τάχα τι καλύτερο είχα να κάνω; Δεν είχε μείνει και πολύ, καλή σκέψη να το τελείωνα με τη μία. Φτάνω στη σελίδα 310 περίπου όταν ακούω την αγουροξυπνημένη φωνή του μπόιφρεντ από την κρεβατοκάμαρα να με ρωτάει τι ώρα είναι. Υπολογίζω γύρω στη 1 βαριά, αλλά του λέω πως δεν ξέρω, γιατί στ' αλήθεια δεν είχα κανένα ρολόι εκεί γύρω και μπορεί να ήταν 1:30 ή ακόμα χειρότερα 2:00. Σηκώνεται μετά από λίγο κι έρχεται και κάθεται δίπλα μου και με ρωτάει τι κάνω. 
-Διαβάζω. 
-Ξέρεις τι ώρα είναι; 
-Τι ώρα είναι; 
-3:10.
Η έκπληξή μου δεν μπορεί να περιγραφεί. Είχα διαβάσει πάνω από 3 ώρες συνεχόμενα, ξεπερνώντας μέχρι και κάποια προσωπικά μου ρεκόρ, και μάλιστα χωρίς να το συνειδητοποιήσω. Η αγαπημένη Όστεν με πήρε από το χέρι και με ταξίδεψε στον κόσμο της τόσο ήρεμα, τόσο φυσικά, που έχασα κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Κι αν δεν ήταν το μπόιφρεντ να με "ξυπνήσει" το πιο πιθανό θα ήταν να έχανα και το ιδιαίτερο που είχα σε μισή ώρα.

Πρωτότυπος τίτλος: Persuasion
Συγγραφέας: Jane Austen
Εκδόσεις: Σμίλη
Κυκλοφορία: 1998
ISBN: 960-7793-13-7
Σελίδες:
454 (αλλά στην πραγματικότητα 353, οι υπόλοιπες είναι σημειώσεις)
Εδώ και αρκετά χρόνια αφού είχα διαβάσει την Περηφάνια και Προκατάληψη, είχα βάλει στόχο να διαβάσω το Αββαείο του Νορθάνγκερ. Για κάποιο λόγο έχω την εντύπωση πως θα ταυτιστώ με την ηρωίδα. Μέχρι να γίνει αυτό όμως (που ακόμα δεν έχει γίνει), διάβασα την Έμμα, τη Λογική κι Ευαισθησία, και τώρα την Πειθώ. Έχω πλησιάσει πολύ πιο κοντά στο στόχο μου: να διαβάσω κάθε τι που έχει γράψει η αγαπημένη Όστεν. Και μάλιστα με ένα από τα πιο εξαιρετικά βιβλία της, που έχουν πλήθος θαυμαστών ανά τον κόσμο και θεωρείται γενικά από τα καλύτερά της, μια και ήταν και το τελευταίο που είχε γράψει και κουβαλάει πάνω του μια εμπειρία που κανένα προηγούμενο δεν μπορεί να θεωρεί πως έχει.
Η ιστορία ξεκινάει με την Άννα Έλιοτ, τη μεσαία αδερφή ανάμεσα σε τρεις κόρες ενός βαρονέτου που για τίποτα άλλο δε νοιάζεται πέρα από την καλοπέραση και την άψογη εμφάνισή του. Παράλληλα, είναι και η πιο λογική μέσα σε μια οικογένεια απόλυτου παραλογισμού, τόσο από τον πατέρα της, όσο και από τις δύο αδερφές της Ελίζαμπεθ και Μαίρη. Η Άννα είναι στα 27 της χρόνια, κι ελεύθερη, έχοντας απορρίψει στο παρελθόν την πρόταση γάμου κάποιου νεαρού Φρέντερικ Ουέντγουορθ, ο οποίος δεν πληρούσε τα προσόντα ενός ανάλογου γι' αυτήν γαμπρού τότε, ακόμα κι αν ήταν αναμφίβολα ο εκλεκτός της καρδιάς της. Και τώρα, 8 χρόνια μετά, έρχεται η στιγμή να ξανασυναντηθεί με εκείνον τον νεαρό, Καπετάνιο Ουέντγουορθ σήμερα, και να αναρωτιέται αν τα συναισθήματά του παραμένουν ίδια, αν έχουν αλλάξει, αν της κρατάει κακία κι αν έστω και λίγο αισθάνεται γι' αυτήν όσα αισθάνεται ακόμα εκείνη. Μα η Άννα είναι λογική και μετρημένη, και προσπαθεί να πείσει τον ίδιο της τον εαυτό πως όλα αυτά είναι στο μυαλό της, πως μια τέτοια συμπεριφορά από μέρους της δε χωράει δεύτερες ευκαιρίες, και πως ένας τόσο περιζήτητος πια γαμπρός, δε θα γυρίσει να κοιτάξει μια γυναίκα που πέρα του ότι τον απέρριψε, σύμφωνα με την κοινή γνώμη των πιο κοντινών της ανθρώπων, έχει χάσει και αρκετή από την ωραία εμφάνιση της άλλοτε νεαρής της ηλικίας.
Όποιος διαβάζει το 6ο μυθιστόρημα της Όστεν, θα διαπιστώσει σύντομα τη διαφορά του με τα υπόλοιπα. Δεν περιλαμβάνει τόσο πολλούς διαλόγους, παρά πολλές περισσότερες περιγραφές. Μας ταξιδεύει σε παραθαλάσσια μέρη μέχρι να έρθει και να εγκατασταθεί στο Μπαθ, το οποίο επίσης μας περιγράφει τόσο γλαφυρά, που δίνει την εντύπωση στον αναγνώστη πως πράγματι βρίσκεται εκεί.
Διασκέδασα φοβερά με τον πατέρα της, σερ Ουόλτερ Έλλιοτ, μια μοναδική φιγούρα που πραγματικά με κάνει να αναλογίζομαι όλες αυτές τις κωμικές φιγούρες στα έργα της Όστεν, από τον πατέρα της Έμμα, ως τη μητέρα της Ελίζαμπεθ στην Περηφάνια και Προκατάληψη, και όλους αυτούς τους ξεκαρδιστικούς ήρωες, που όμως δεν απέχουν διόλου από κάποιους πραγματικούς. Η Άννα υπολογιστική και προσεκτική, με έκανε για άλλη μια φορά να εκτιμήσω τον χαρακτήρα της ίδιας της Όστεν που διαφαίνεται από πίσω. Η απαραίτητη ανατροπή, αν και όχι τόσο καλά κρυμμένη, ήταν αρκετή για να μου κεντρίσει ακόμη περισσότερο την προσοχή και να μη με αφήσει να παρατήσω το διάβασμα.
Ο Καπετάνιος Ουέντγουορθ είναι για πολλές ισάξιος ή ίσως και ανώτερος του κυρίου Ντάρσυ, μια άποψη που ακόμα δεν έχω υιοθετήσει πλήρως, γιατί από τη μια πλευρά έχω την ιδιότητα του πρώτου ως Καπετάνιου (που προσωπικά με τραβάει περισσότερο) κι από την άλλη τον Κόλιν Φερθ και τον Μάθιου Μακφάντιεν στους ρόλους του δεύτερου να κλέβουν την παράσταση. Κατά τ' άλλα και οι δύο συγκαταλέγονται στην κατηγορία του τέλειου άντρα, που είναι στην πραγματικότητα αρκετά δύσκολο να βρεις στην πραγματική ζωή.

Το έκτο αυτό μυθιστόρημα της Όστεν, έχει μεταφερθεί δύο φορές στην τηλεόραση, μια το 1995, και μια το 2007. 
Μέχρι στιγμής είδα την ταινία του 2007 και παρόλο που σαν ιστορία φυσικά μου αρέσει, η μεταφορά της δεν με ξετρέλανε. Ήταν λίγο ιδιαίτερη, με πλάνα σε περίεργες γωνίες, κάποια υπερβολικά πολύ κοντινά, άλλα από πάνω από τα κεφάλια τους, σκηνές με τους ηθοποιούς να κοιτάζουν ευθεία στην κάμερα, και μια γενικότερη δραματική ατμόσφαιρα. Για μένα η Όστεν έχει πολύ πιο έντονο το κωμικό στοιχείο στον τρόπο γραφής της, κάτι που μου φάνηκε πως στην ταινία παραλήφθηκε για να αντικατασταθεί από πολύ πολύ δάκρυ. Η πρωταγωνίστρια, Sally Hawkins, στο ρόλο της Άννας ήταν ελαφρώς ασχημούλα, ενώ την "μεγάλη αλλαγή" της από ασχημόπαπο σε λίγο πιο όμορφο ασχημόπαπο, προσπάθησαν να την πετύχουν "χαλώντας" τα μπουκλάκια τριγύρω από το πρόσωπό της. Σε γενικές γραμμές παρόλο που είδα γνωστούς ηθοποιούς, δεν μου άρεσαν ως επιλογές για τους συγκεκριμένους ρόλους.
Βέβαια, είχαμε και τον Rupert Penry-Jones στο ρόλο του Καπετάνιου, που είναι ένα ψηλό ξανθό αγόρι, είναι και καπετάνιος, και είναι γενικότερα ο Ουέντγουρωρθ, και τον λατρέψαμε! Έμοιαζε το μόνο ωραίο συστατικό της κατά τ' άλλα ελαφρώς κουραστικής παραγωγής τους. 

Μένει να δω και τη μεταφορά του 1995, από την οποία όμως θα απουσιάζει ο R.P-J. και αυτός που παίζει τον Καπετάνιο πραγματικά δε μου γεμίζει το μάτι (αφήστε που λένε ότι είναι η finest movie της χρονιάς της, ή οποιασδήποτε χρονιάς!!!) οπότε ίσως να φτιάχνουν όλα τα υπόλοιπα. Εδώ τα τρέιλερ:

0 σχόλια